Ὅρκος Ἀθηναίων ἐφήβων… πλείω δὲ καὶ ἀρείῳ… Κρατώντας τὰ ὅπλα ποὺ τοῦ ἐμπιστευόνταν ἡ Πατρίδα, ὁ Ἀθηναῖος ἔφηβος μπροστὰ στὸ ναὸ τῆς Ἀγραύλου ἔδιδε τὸν
παρακάτω ὅρκο: Οὐ καταισχυνῶ τὰ ὅπλα, οὐδ᾿ ἐγκαταλείψω τὸν προστάτην ὢ ἂν στοίχῳ, ἀμυνῶ δὲ καὶ ὑπὲρ ἱερῶν καὶ ὁσίων, καὶ μόνος καὶ μετὰ πολλῶν, καὶ τὴν πατρίδα οὐκ ἐλάττω παραδώσω, πλείω δὲ καὶ ἀρείῳ ὅσης ἂν παραδέξωμαι. Καὶ συνήσω τῶν....
ἀεὶ κρινόντων, καὶ τοῖς θεσμοῖς τοῖς ἱδρυμένοις πείσομαι, καὶ οὓς τίνας ἄλλους ἱδρύσεται τὸ πλῆθος ἐμφρόνως. Καὶ ἂν τὶς ἀναιρεῖ τοὺς θεσμοὺς ἣ μὴ πείθηται οὐκ ἐπιτρέψω, ἀμυνῶ δὲ καὶ μόνος καὶ μετὰ πάντων. Καὶ τὰ ἱερὰ τὰ πάτρια τιμήσω. Ἵστορες θεοὶ Ἄγραυλος, Ἐνυάλιος, Ἄρης, Ζεύς, Θαλλώ, Αὐξώ, Ἡγεμόνη
Δὲ θὰ ντροπιάσω τὰ ὄπλα μου, οὔτε θὰ ἐγκαταλείψω τὸν συμπολεμιστή μου ὅπου κι ἂν ταχθῶ νὰ πολεμήσω, θὰ ὑπερασπίζω τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια, καὶ μόνος καὶ μὲ πολλούς, καὶ τὴν πατρίδα δὲν θὰ παραδώσω μικρότερη, ἀλλὰ μεγαλύτερη καὶ μαχητικότερη ἀπ᾿ ὅση θὰ μοῦ παραδοθεῖ. Θὰ πιστεύω στοὺς Θεοὺς καὶ στοὺς ἰσχύοντες νόμους θὰ ὑπακούω, καὶ σὲ ὅσους ἄλλους νόμιμα θεσπισθοῦν. Κι ἂν κάποιος ἀναιρέσει τοὺς θεσμοὺς ἢ ἀμφισβητήσει, δὲν θὰ τὸ ἐπιτρέψω, θὰ τὸν πολεμήσω εἴτε μόνος εἴτε μὲ ὅλους. Καὶ τὶς ἱερὲς παρακαταθῆκες τῶν πατέρων θὰ τιμήσω. Μάρτυρές μου οἱ θεοὶ Ἄγραυλος, Ἐνυάλιος, Ἄρης, Ζεύς, Θαλλῶ, Αὐξώ, Ἡγεμόνη.
παρακάτω ὅρκο: Οὐ καταισχυνῶ τὰ ὅπλα, οὐδ᾿ ἐγκαταλείψω τὸν προστάτην ὢ ἂν στοίχῳ, ἀμυνῶ δὲ καὶ ὑπὲρ ἱερῶν καὶ ὁσίων, καὶ μόνος καὶ μετὰ πολλῶν, καὶ τὴν πατρίδα οὐκ ἐλάττω παραδώσω, πλείω δὲ καὶ ἀρείῳ ὅσης ἂν παραδέξωμαι. Καὶ συνήσω τῶν....
ἀεὶ κρινόντων, καὶ τοῖς θεσμοῖς τοῖς ἱδρυμένοις πείσομαι, καὶ οὓς τίνας ἄλλους ἱδρύσεται τὸ πλῆθος ἐμφρόνως. Καὶ ἂν τὶς ἀναιρεῖ τοὺς θεσμοὺς ἣ μὴ πείθηται οὐκ ἐπιτρέψω, ἀμυνῶ δὲ καὶ μόνος καὶ μετὰ πάντων. Καὶ τὰ ἱερὰ τὰ πάτρια τιμήσω. Ἵστορες θεοὶ Ἄγραυλος, Ἐνυάλιος, Ἄρης, Ζεύς, Θαλλώ, Αὐξώ, Ἡγεμόνη
Δὲ θὰ ντροπιάσω τὰ ὄπλα μου, οὔτε θὰ ἐγκαταλείψω τὸν συμπολεμιστή μου ὅπου κι ἂν ταχθῶ νὰ πολεμήσω, θὰ ὑπερασπίζω τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια, καὶ μόνος καὶ μὲ πολλούς, καὶ τὴν πατρίδα δὲν θὰ παραδώσω μικρότερη, ἀλλὰ μεγαλύτερη καὶ μαχητικότερη ἀπ᾿ ὅση θὰ μοῦ παραδοθεῖ. Θὰ πιστεύω στοὺς Θεοὺς καὶ στοὺς ἰσχύοντες νόμους θὰ ὑπακούω, καὶ σὲ ὅσους ἄλλους νόμιμα θεσπισθοῦν. Κι ἂν κάποιος ἀναιρέσει τοὺς θεσμοὺς ἢ ἀμφισβητήσει, δὲν θὰ τὸ ἐπιτρέψω, θὰ τὸν πολεμήσω εἴτε μόνος εἴτε μὲ ὅλους. Καὶ τὶς ἱερὲς παρακαταθῆκες τῶν πατέρων θὰ τιμήσω. Μάρτυρές μου οἱ θεοὶ Ἄγραυλος, Ἐνυάλιος, Ἄρης, Ζεύς, Θαλλῶ, Αὐξώ, Ἡγεμόνη.
Παιᾶν Σπαρτιατῶν
Βαδίζοντας προς τη μάχη, οι σπαρτιάτες πολεμιστές έψαλλαν
τον παιάνα…
Ἄγετ᾿, ὢ Σπάρτας εὐάνδρω κῶροι πατέρων πολιατᾶν λαιᾷ μὲν ἴτυν προβάλεσθε, δόρυ δ᾿ εὐτόλμως ἄνχεσθε, μὴ φειδόμενοι τὰς ζωάς· οὐ γὰρ πάτριον τᾷ Σπάρτᾳ!
Ἐμπρὸς ὢ τῆς εὐάνδρου Σπάρτης τέκνα πατέρων πολιτῶν, διὰ τῆς ἀριστερᾶς χειρὸς τὴν ἀσπίδαν προβάλετε, διὰ δὲ τῆς δεξιᾶς μὲ τόλμη τὸ δόρυ ὑψώσατε, μὴ φειδόμενοι τὴν ζωὴ γιατὶ αὐτὸ δὲν εἶναι πατροπαράδοτον στὴν Σπάρτη!
Ὅρκος Ἑλλήνων στὶς Πλαταιές:
Οὐ ποιήσομαι περὶ πλειονος τὸ ζῆν τῆς ἐλευθερίας. Οὐδὲ ἐγκαταλείψω τοὺς ἡγεμόνας, οὔτε ζῶντας, οὔτε ἀποθανόντας. ἀλλὰ τοὺς ἐν τῇ μάχῃ τελευτήσαντας τῶν συμμάχων ἁπάντας θάψω. καὶ κρατήσας τῷ πολέμῳ τοὺς βάρβαρους,τῶν μὲν μαχεσαμένων ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος πόλεων οὐδεμίαν ἀνάστατον ποιήσω. τὰς δὲ τὰ τοῦ βάρβαρου προελομένας ἅπασας δεκατεύσω. καὶ τῶν ἱερῶν ἐμπρησθέντων καὶ καταβληθέντων ὑπὸ τῶν βάρβαρων οὐδὲν ἀνοικοδομήσω παντάπασιν. ἀλλὰ ὑπόμνημα τοῖς ἐπιγιγνομένοις ἐάσω καταλείπεσθαι τῆς τῶν βάρβαρων ἀσεβείας.
Δὲν θὰ ἐκλάβω ὡς πολυτιμότερη τὴ ζωὴ ἀπὸ τὴν ἐλευθερία. οὔτε θὰ ἐγκαταλείψω στὴ μάχη κανέναν ἀπὸ τοὺς ἡγέτες μας, οὔτε ζωντανό, μὰ οὔτε καὶ νεκρό. ἀλλὰ καὶ τοὺς πεσόντες στὴ μάχη ἀπὸ τοὺς συμμάχους μας ὅλους θὰ ἐνταφιάσω. καὶ ἀφοῦ ἐπικρατήσουμε στὸν πόλεμο κατὰ τῶν βάρβαρων, ἀπὸ τὶς πόλεις ποὺ ἔδωσαν μάχη ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος καμία νὰ μὴν καταστρέψω. ὅσες ὅμως στὴ μάχη συνετάχθησαν μὲ τοὺς βάρβαρους ὅλες νὰ ἀποδεκατίσω. καὶ ἀπὸ τοὺς ναοὺς ποὺ πυρπολήθηκαν καὶ κατεδαφίστηκαν ἀπὸ τοὺς βαρβάρους, κανέναν καθόλου νὰ μὴν ανοικοδομήσω. ἀλλὰ ὡς ὑπενθύμιση στὶς ἐπερχόμενες γενεὲς νὰ ἐπιτρέψω νὰ ἀφεθοῦν, τῆς τῶν βάρβαρων ἀσεβείας.
Βαδίζοντας προς τη μάχη, οι σπαρτιάτες πολεμιστές έψαλλαν
τον παιάνα…
Ἄγετ᾿, ὢ Σπάρτας εὐάνδρω κῶροι πατέρων πολιατᾶν λαιᾷ μὲν ἴτυν προβάλεσθε, δόρυ δ᾿ εὐτόλμως ἄνχεσθε, μὴ φειδόμενοι τὰς ζωάς· οὐ γὰρ πάτριον τᾷ Σπάρτᾳ!
Ἐμπρὸς ὢ τῆς εὐάνδρου Σπάρτης τέκνα πατέρων πολιτῶν, διὰ τῆς ἀριστερᾶς χειρὸς τὴν ἀσπίδαν προβάλετε, διὰ δὲ τῆς δεξιᾶς μὲ τόλμη τὸ δόρυ ὑψώσατε, μὴ φειδόμενοι τὴν ζωὴ γιατὶ αὐτὸ δὲν εἶναι πατροπαράδοτον στὴν Σπάρτη!
Ὅρκος Ἑλλήνων στὶς Πλαταιές:
Οὐ ποιήσομαι περὶ πλειονος τὸ ζῆν τῆς ἐλευθερίας. Οὐδὲ ἐγκαταλείψω τοὺς ἡγεμόνας, οὔτε ζῶντας, οὔτε ἀποθανόντας. ἀλλὰ τοὺς ἐν τῇ μάχῃ τελευτήσαντας τῶν συμμάχων ἁπάντας θάψω. καὶ κρατήσας τῷ πολέμῳ τοὺς βάρβαρους,τῶν μὲν μαχεσαμένων ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος πόλεων οὐδεμίαν ἀνάστατον ποιήσω. τὰς δὲ τὰ τοῦ βάρβαρου προελομένας ἅπασας δεκατεύσω. καὶ τῶν ἱερῶν ἐμπρησθέντων καὶ καταβληθέντων ὑπὸ τῶν βάρβαρων οὐδὲν ἀνοικοδομήσω παντάπασιν. ἀλλὰ ὑπόμνημα τοῖς ἐπιγιγνομένοις ἐάσω καταλείπεσθαι τῆς τῶν βάρβαρων ἀσεβείας.
Δὲν θὰ ἐκλάβω ὡς πολυτιμότερη τὴ ζωὴ ἀπὸ τὴν ἐλευθερία. οὔτε θὰ ἐγκαταλείψω στὴ μάχη κανέναν ἀπὸ τοὺς ἡγέτες μας, οὔτε ζωντανό, μὰ οὔτε καὶ νεκρό. ἀλλὰ καὶ τοὺς πεσόντες στὴ μάχη ἀπὸ τοὺς συμμάχους μας ὅλους θὰ ἐνταφιάσω. καὶ ἀφοῦ ἐπικρατήσουμε στὸν πόλεμο κατὰ τῶν βάρβαρων, ἀπὸ τὶς πόλεις ποὺ ἔδωσαν μάχη ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος καμία νὰ μὴν καταστρέψω. ὅσες ὅμως στὴ μάχη συνετάχθησαν μὲ τοὺς βάρβαρους ὅλες νὰ ἀποδεκατίσω. καὶ ἀπὸ τοὺς ναοὺς ποὺ πυρπολήθηκαν καὶ κατεδαφίστηκαν ἀπὸ τοὺς βαρβάρους, κανέναν καθόλου νὰ μὴν ανοικοδομήσω. ἀλλὰ ὡς ὑπενθύμιση στὶς ἐπερχόμενες γενεὲς νὰ ἐπιτρέψω νὰ ἀφεθοῦν, τῆς τῶν βάρβαρων ἀσεβείας.