Η διαπλανητική αγορά ακινήτων μόλις εμπλουτίστηκε με τρεις «κατοικήσιμους» πλανήτες που ανακαλύφθηκαν σε ένα... ασυνήθιστο σύστημα με τρία άστρα. Οι τρεις νέες «υπερ-Γαίες», πλανήτες με μάζα λίγο μεγαλύτερη από της Γης, ανακαλύφθηκαν στη λεγόμενη κατοικήσιμη ζώνη του τριπλού συστήματος Gliese 667C, το οποίο βρίσκεται σε απόσταση 22 ετών φωτός, στην κατεύθυνση του αστερισμού του Σκορπιού.
Οι τρεις νέοι εξωπλανήτες περιφέρονται γύρω από ένα αμυδρό άστρο με μάζα τρεις φορές μικρότερη από του Ήλιου. Με τη σειρά του, το άστρο αυτό βρίσκεται σε τροχιά γύρω από δύο άλλα παρόμοια άστρα.
Αυτό σημαίνει ότι από την επιφάνεια των πλανητών θα μπορούσε κανείς να δει τρία αστέρια, δύο από τα οποία παραμένουν ορατά ακόμα και στη διάρκεια της νύχτας και λάμπουν περίπου με την ένταση της πανσελήνου στη Γη.
Στο σύστημα Gliese 667C είχαν ήδη εντοπιστεί τρεις μεγαλύτεροι πλανήτες, και αυτοί σε τροχιά γύρω από το ίδιο αμυδρό άστρο. Η διεθνής ερευνητική ομάδα που υπογράφει τη νέα ανακάλυψη στην επιθεώρηση Astronomy & Astrophysics υποψιαζόταν ότι το σύστημα έκρυβε περισσότερους πλανήτες.
Αναλύοντας τα δεδομένα
Οι ερευνητές επανεξέτασαν τα διαθέσιμα δεδομένα και συνέλεξαν νέα στοιχεία με το όργανο Harps, το οποίο έχει εγκατασταθεί σε ένα τηλεσκόπιο 3,6 μέτρων που διατηρεί στη Χιλή το Ευρωπαϊκό Αστεροσκοπείο του Νότου (ESO).
Το Harps ειδικεύεται στον εντοπισμό εξωπλανητών με τη μέθοδο της γωνιακής ταχύτητας: συμπεραίνει την ύπαρξη των πλανητών από τον ασθενή κλυδωνισμό που προκαλούν οι πλανήτες αυτοί στο μητρικό τους άστρο.
Η ανάλυση επιβεβαίωσε την ύπαρξη των τριών πρώτων μεγάλων πλανητών και επέτρεψε τον εντοπισμό ακόμα τριών ή τεσσάρων.
Το σημαντικό είναι ότι, από τους έξι ή επτά πλανήτες του συστήματος, οι τρεις βρίσκονται στην κατοικήσιμη ζώνη, δηλαδή στη σωστή απόσταση από το μητρικό τους άστρο ώστε να είναι δυνατή η παρουσία υγρού νερού στην επιφάνειά τους.
Στο Ηλιακό Σύστημα, η κατοικήσιμη ζώνη εκτείνεται από την τροχιά της Αφροδίτης μέχρι την τροχιά του Δία. Σε μικρότερη απόσταση από τον Ήλιο το νερό απλά θα έβραζε, ενώ σε μεγαλύτερη θα μπορούσε να υπάρχει μόνο ως πάγος.
Για τους υποψήφιους κατοίκους του Gliese 667C, όμως, η κατάσταση θα ήταν διαφορετική: δεδομένου ότι το μητρικό άστρο είναι κρύο και αμυδρό, η κατοικήσιμη ζώνη βρίσκεται πολύ πιο κοντά του.
Και οι τρεις «κατοικήσιμοι» πλανήτες βρίσκονται πιο κοντά στο άστρο τους από ό,τι ο Ερμής στον Ήλιο. Και αυτό σημαίνει ότι ένας χρόνος στους νέους αυτούς κόσμους διαρκεί από 28 έως 62 ημέρες.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η σύσταση των πλανητών και οι συνθήκες που επικρατούν στις επιφάνειές τους είναι προς το παρόν αδύνατο να εκτιμηθεί με ακρίβεια.
Οι διαπλανητικοί μεσίτες θα πρέπει επομένως να περιμένουν πριν βάλουν αγγελία.
Οι τρεις νέοι εξωπλανήτες περιφέρονται γύρω από ένα αμυδρό άστρο με μάζα τρεις φορές μικρότερη από του Ήλιου. Με τη σειρά του, το άστρο αυτό βρίσκεται σε τροχιά γύρω από δύο άλλα παρόμοια άστρα.
Αυτό σημαίνει ότι από την επιφάνεια των πλανητών θα μπορούσε κανείς να δει τρία αστέρια, δύο από τα οποία παραμένουν ορατά ακόμα και στη διάρκεια της νύχτας και λάμπουν περίπου με την ένταση της πανσελήνου στη Γη.
Στο σύστημα Gliese 667C είχαν ήδη εντοπιστεί τρεις μεγαλύτεροι πλανήτες, και αυτοί σε τροχιά γύρω από το ίδιο αμυδρό άστρο. Η διεθνής ερευνητική ομάδα που υπογράφει τη νέα ανακάλυψη στην επιθεώρηση Astronomy & Astrophysics υποψιαζόταν ότι το σύστημα έκρυβε περισσότερους πλανήτες.
Αναλύοντας τα δεδομένα
Οι ερευνητές επανεξέτασαν τα διαθέσιμα δεδομένα και συνέλεξαν νέα στοιχεία με το όργανο Harps, το οποίο έχει εγκατασταθεί σε ένα τηλεσκόπιο 3,6 μέτρων που διατηρεί στη Χιλή το Ευρωπαϊκό Αστεροσκοπείο του Νότου (ESO).
Το Harps ειδικεύεται στον εντοπισμό εξωπλανητών με τη μέθοδο της γωνιακής ταχύτητας: συμπεραίνει την ύπαρξη των πλανητών από τον ασθενή κλυδωνισμό που προκαλούν οι πλανήτες αυτοί στο μητρικό τους άστρο.
Η ανάλυση επιβεβαίωσε την ύπαρξη των τριών πρώτων μεγάλων πλανητών και επέτρεψε τον εντοπισμό ακόμα τριών ή τεσσάρων.
Το σημαντικό είναι ότι, από τους έξι ή επτά πλανήτες του συστήματος, οι τρεις βρίσκονται στην κατοικήσιμη ζώνη, δηλαδή στη σωστή απόσταση από το μητρικό τους άστρο ώστε να είναι δυνατή η παρουσία υγρού νερού στην επιφάνειά τους.
Στο Ηλιακό Σύστημα, η κατοικήσιμη ζώνη εκτείνεται από την τροχιά της Αφροδίτης μέχρι την τροχιά του Δία. Σε μικρότερη απόσταση από τον Ήλιο το νερό απλά θα έβραζε, ενώ σε μεγαλύτερη θα μπορούσε να υπάρχει μόνο ως πάγος.
Για τους υποψήφιους κατοίκους του Gliese 667C, όμως, η κατάσταση θα ήταν διαφορετική: δεδομένου ότι το μητρικό άστρο είναι κρύο και αμυδρό, η κατοικήσιμη ζώνη βρίσκεται πολύ πιο κοντά του.
Και οι τρεις «κατοικήσιμοι» πλανήτες βρίσκονται πιο κοντά στο άστρο τους από ό,τι ο Ερμής στον Ήλιο. Και αυτό σημαίνει ότι ένας χρόνος στους νέους αυτούς κόσμους διαρκεί από 28 έως 62 ημέρες.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η σύσταση των πλανητών και οι συνθήκες που επικρατούν στις επιφάνειές τους είναι προς το παρόν αδύνατο να εκτιμηθεί με ακρίβεια.
Οι διαπλανητικοί μεσίτες θα πρέπει επομένως να περιμένουν πριν βάλουν αγγελία.