Η πολλή ζάχαρη είναι γνωστό ότι βλάπτει την ανθρώπινη υγεία, όμως πόση ακριβώς ποσότητα μπορεί να θεωρηθεί ανθυγιεινή; Το ερώτημα αυτό εγείρει μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα σε πειραματόζωα, που διαπίστωσε ότι εμφάνισαν τοξικά συμπτώματα και μειωμένη διάρκεια ζωής μετά τη διατροφή τους με ποσότητα ζάχαρης που θεωρείται ασφαλής για τον άνθρωπο. Η νέα μελέτη είναι στην ουσία το πρώτο τεστ τοξικότητας που δείχνει αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των πειραματόζωων για επίπεδα ζάχαρης συγκρίσιμα με αυτά που καταναλώνουν αρκετά εκατομμύρια άνθρωποι.
Τα πειράματα
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Βιολογίας Γουέιν Ποτς του πανεπιστημίου της Γιούτα, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στην επιθεώρηση «Nature Communications», υπέβαλαν ζευγάρια ποντικιών σε ειδική διατροφή, οι θερμίδες της οποίας προέρχονταν κατά 25% από τη ζάχαρη (μείγμα γλυκόζης και φρουκτόζης).
Αυτό ακριβώς (25%) είναι το μέγιστο επίπεδο ασφαλείας ημερήσιας κατανάλωσης πρόσθετης ζάχαρης (σε αυτήν δεν περιλαμβάνεται η φυσικά προσλαμβανόμενη ζάχαρη μέσω φρούτων και άλλων μη κατεργασμένων τροφίμων), που συστήνουν οι επιστημονικοί φορείς και οι αρμόδιες Αρχές στις ΗΠΑ. Το 13% έως 25% του πληθυσμού εκτιμάται ότι παίρνει από την πρόσθετη ζάχαρη αυτό το μέγιστο ποσοστό θερμίδων. Η ποσότητα αυτή χονδρικά αντιστοιχεί στο να πίνει κάποιος τρία αναψυκτικά με ζάχαρη την ημέρα, αλλά η υπόλοιπη διατροφή του να μην περιλαμβάνει άλλη πρόσθετη ζάχαρη.
Μετά από 26 εβδομάδες διατροφής με άφθονη ζάχαρη, τα ποντίκια αφέθηκαν να ανταγωνιστούν με άλλα ποντίκια (που δεν είχαν τραφεί με ζάχαρη) για την τροφή τους και για τον ζωτικό χώρο τους. Τα αρσενικά «ζαχαρωμένα» ποντίκια δεν τα κατάφεραν καθόλου καλά στον ανταγωνισμό για ζωτικό χώρο και έκαναν κατά 25% λιγότερους απογόνους, ενώ τα θηλυκά πέθαναν με διπλάσιο ρυθμό σε σχέση με τα «αζαχάρωτα» ποντίκια. Στη διάρκεια των 32 εβδομάδων του πειράματος, πέθαναν το 35% των θηλυκών ποντικιών που είχαν τραφεί με πρόσθετη ζάχαρη και μόνο το 17% των άλλων θηλυκών ποντικιών.
Η επίδραση
Αν και η σύγκριση των μεταβολικών δεικτών δεν έδειξε ότι τα ποντίκια που είχαν τραφεί με ζάχαρη εμφάνιζαν κάποια αξιοσημείωτη διαφορά σε σχέση με τα υπόλοιπα - για παράδειγμα τα πειραματόζωα αυτά δεν έγιναν παχύσαρκα - ήταν φανερό, όπως είπε ο καθηγητής Ποτς, πως τα ποντίκια στην πραγματικότητα «έλεγαν "όχι, δεν είμαι 100% καλά"».
Η κατανάλωση μεγάλης ποσότητας πρόσθετης ζάχαρης σε διάφορες μορφές (ποτά, γλυκά, επεξεργασμένα τρόφιμα κ.α.) έχει σχετιστεί από προηγούμενες επιστημονικές έρευνες με την παχυσαρκία, τον διαβήτη και καρδιολογικές παθήσεις όπως η στεφανιαία νόσος. Όμως η ακριβής βιολογική αιτιολογία γι’ αυτές τις επιπτώσεις της ζάχαρης δεν έχει ακόμα κατανοηθεί πλήρως.
Ο επιδημιολόγος Γουόλτερ Γουίλετ, επικεφαλής του τμήματος διατροφής της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, δήλωσε πως η νέα μελέτη έρχεται να προσφέρει πρόσθετες ενδείξεις πως τα επίπεδα ζάχαρης που καταναλώνουν εκατομμύρια άνθρωποι είναι επιβλαβή. Ο δρ Ποτς τόνισε ότι τα νέα ευρήματα είναι επαρκή για να δικαιολογήσουν πλέον τη μείωση του συνιστώμενου μέγιστου ορίου ημερήσιας κατανάλωσης ζάχαρης.
Τα πειράματα
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Βιολογίας Γουέιν Ποτς του πανεπιστημίου της Γιούτα, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στην επιθεώρηση «Nature Communications», υπέβαλαν ζευγάρια ποντικιών σε ειδική διατροφή, οι θερμίδες της οποίας προέρχονταν κατά 25% από τη ζάχαρη (μείγμα γλυκόζης και φρουκτόζης).
Αυτό ακριβώς (25%) είναι το μέγιστο επίπεδο ασφαλείας ημερήσιας κατανάλωσης πρόσθετης ζάχαρης (σε αυτήν δεν περιλαμβάνεται η φυσικά προσλαμβανόμενη ζάχαρη μέσω φρούτων και άλλων μη κατεργασμένων τροφίμων), που συστήνουν οι επιστημονικοί φορείς και οι αρμόδιες Αρχές στις ΗΠΑ. Το 13% έως 25% του πληθυσμού εκτιμάται ότι παίρνει από την πρόσθετη ζάχαρη αυτό το μέγιστο ποσοστό θερμίδων. Η ποσότητα αυτή χονδρικά αντιστοιχεί στο να πίνει κάποιος τρία αναψυκτικά με ζάχαρη την ημέρα, αλλά η υπόλοιπη διατροφή του να μην περιλαμβάνει άλλη πρόσθετη ζάχαρη.
Μετά από 26 εβδομάδες διατροφής με άφθονη ζάχαρη, τα ποντίκια αφέθηκαν να ανταγωνιστούν με άλλα ποντίκια (που δεν είχαν τραφεί με ζάχαρη) για την τροφή τους και για τον ζωτικό χώρο τους. Τα αρσενικά «ζαχαρωμένα» ποντίκια δεν τα κατάφεραν καθόλου καλά στον ανταγωνισμό για ζωτικό χώρο και έκαναν κατά 25% λιγότερους απογόνους, ενώ τα θηλυκά πέθαναν με διπλάσιο ρυθμό σε σχέση με τα «αζαχάρωτα» ποντίκια. Στη διάρκεια των 32 εβδομάδων του πειράματος, πέθαναν το 35% των θηλυκών ποντικιών που είχαν τραφεί με πρόσθετη ζάχαρη και μόνο το 17% των άλλων θηλυκών ποντικιών.
Η επίδραση
Αν και η σύγκριση των μεταβολικών δεικτών δεν έδειξε ότι τα ποντίκια που είχαν τραφεί με ζάχαρη εμφάνιζαν κάποια αξιοσημείωτη διαφορά σε σχέση με τα υπόλοιπα - για παράδειγμα τα πειραματόζωα αυτά δεν έγιναν παχύσαρκα - ήταν φανερό, όπως είπε ο καθηγητής Ποτς, πως τα ποντίκια στην πραγματικότητα «έλεγαν "όχι, δεν είμαι 100% καλά"».
Η κατανάλωση μεγάλης ποσότητας πρόσθετης ζάχαρης σε διάφορες μορφές (ποτά, γλυκά, επεξεργασμένα τρόφιμα κ.α.) έχει σχετιστεί από προηγούμενες επιστημονικές έρευνες με την παχυσαρκία, τον διαβήτη και καρδιολογικές παθήσεις όπως η στεφανιαία νόσος. Όμως η ακριβής βιολογική αιτιολογία γι’ αυτές τις επιπτώσεις της ζάχαρης δεν έχει ακόμα κατανοηθεί πλήρως.
Ο επιδημιολόγος Γουόλτερ Γουίλετ, επικεφαλής του τμήματος διατροφής της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, δήλωσε πως η νέα μελέτη έρχεται να προσφέρει πρόσθετες ενδείξεις πως τα επίπεδα ζάχαρης που καταναλώνουν εκατομμύρια άνθρωποι είναι επιβλαβή. Ο δρ Ποτς τόνισε ότι τα νέα ευρήματα είναι επαρκή για να δικαιολογήσουν πλέον τη μείωση του συνιστώμενου μέγιστου ορίου ημερήσιας κατανάλωσης ζάχαρης.