Σύμφωνα με τις προβλέψεις Γάλλων επιστημόνων, ο πληθυσμός της Γης μέχρι το 2050 θα φθάσει τα 10 δισεκατομμύρια. Η Αφρική θα διπλασιαστεί, ο πληθυσμός της Αμερικής θα υπερβεί το ένα δισεκατομμύριο, ενώ η Ευρώπη, αντίθετα, θα μειωθεί. Αυτό θα έχει ως συνέπεια την πολιτική αναδιοργάνωση του κόσμου και σε αγώνα για τους εξαντλούμενους φυσικούς πόρους. Η αύξηση του πληθυσμού των ανθρώπων συνεπάγεται και αύξηση της χρήσης των φυσικών πόρων και αύξηση των επιβλαβών εκπομπών αερίων και των οικιακών αποβλήτων. Δισεκατομμύρια άνθρωποι σε ένα ερειπωμένο, καμένο, καλυμμένο με οικιακά απορρίμματα και ραδιενεργά απόβλητα πλανήτη – ένα τέτοιο φαινομενικά φανταστικό σενάριο μπορεί να γίνει πραγματικότητα στην ευημερούσα Ευρώπη. Ιδιαίτερα λαμβανομένου υπόψη του αφρικανικού παράγοντα. Στη μαύρη ήπειρο κατά το 2050 θα ζει το ένα τέταρτο του πληθυσμού του κόσμου, λέει ο δημογράφος Σεργκέι Ζαχάροφ:
- Η μεταναστευτική πίεση από την Αφρική στις αγγλοσαξονικές χώρες θα αυξάνεται. Η ροή των μεταναστών δεν θα γίνει δυνατό να ανακοπεί ούτε ακόμα και με υψηλά εμπόδια, πολύ περισσότερο που οι αναπτυγμένες χώρες γερνούν με αρκετά ταχείς ρυθμούς. Και έχουν ανάγκη από εισροή νέας εργατικής δύναμης και φρέσκων μυαλών.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 30 χρόνων αυξήθηκε σημαντικά – από μερικές εκατοντάδες χιλιάδες στα 20 και πλέον εκατομμύρια – ο μουσουλμανικός πληθυσμός της Ευρώπης. Μήπως αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να ενσωματωθούν, να απομονωθούν ή να προσπαθήσουν να εξισλαμίσουν τη Δύση, διερωτάται στις σελίδες της εφημερίδας The Washington Times ο Τόνι Μπλάνκλι, συγγραφέας του βιβλίου «Η τελευταία ευκαιρία της Δύσης: θα νικήσουμε άραγε στη μάχη των πολιτισμών;» Και καταλήγει στο θλιβερό συμπέρασμα: πολλοί μουσουλμάνοι θεωρούν ότι η απόρριψη της ενσωμάτωσης αποτελεί θρησκευτικό καθήκον τους.
Παρόμοια εικόνα παρατηρείται και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πολύ περισσότερο που εκεί η μουσουλμανική κοινότητα αυξάνεται με ακόμα ποιο γρήγορους ρυθμούς. Μήπως αυτό σημαίνει ότι το πολιτικό Ισλάμ θα γίνει το επικρατέστερο κρατικό μοντέλο στο μέλλον; Υπάρχουν πολλοί εμπειρογνώμονες που αμφιβάλλουν για αυτό, όπως και για την επικαιρότητα του προβλήματος του υπερπληθυσμού.
Αυτοί οι επιστήμονες υπενθυμίζουν ότι για πρώτη φορά η φράση «ο πληθυσμός μας είναι τόσο μεγάλος που η Γη μόλις μετά βίας είναι σε θέση να μας αντέξει», προφέρθηκε από το συγγραφέα και θεολόγο των αρχών της χριστιανικής εποχής Τερτυλλιανό στα τέλη του 2ου μ.Χ. αιώνα. Στην εποχή του, ο παγκόσμιος πληθυσμός έφθανε σχεδόν τα 200 εκατομμύρια. Οι αισιόδοξοι πιστεύουν ότι ο υπερπληθυσμός δεν είναι απόλυτη έννοια. Θα πρέπει να είναι ανάλογη και να συγκρίνεται με τον όγκο των υφιστάμενων πόρων και το φυσικό χώρο. Η αύξηση της παραγωγής ειδών διατροφής, π.χ., είναι μεγαλύτερη από την αύξηση του πληθυσμού. Και υπάρχει η άποψη ότι είναι δυνατή η εξασφάλιση της διατροφής πληθυσμού, οκταπλάσιου ή δεκαπλάσιου του πληθυσμού των ημερών μας. Και για την κατασκευή κτιρίων ο άνθρωπος χρησιμοποιεί λιγότερο από το 1% της επιφάνειας της Γης.
Αν οι υπολογισμοί των αισιόδοξων είναι ορθοί, τουλάχιστον το αφρικανικό ζήτημα μπορεί να επιλυθεί. Αν γίνει δυνατή η αύξηση του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων της Αφρικής, αυτό έμμεσα θα επηρεάσει και τη δημογραφική κατάσταση. Όσο πλουσιότερα ζει ο άνθρωπος, τόσο ακριβότερα του κοστίζουν τα παιδιά και τόσο μικρότερος είναι ο αριθμός τους στην οικογένεια. Η δε ισοστάθμιση του βιοτικού επιπέδου στη Γη θα έχει ως συνέπεια τη μείωση των μεταναστευτικών ροών των προσφύγων και τη μείωση της δημογραφικής πίεσης, εφόσον σχετικά «καλά» θα είναι σχεδόν παντού και όχι μόνο «εκεί, όπου δεν είμαστε εμείς».
- Η μεταναστευτική πίεση από την Αφρική στις αγγλοσαξονικές χώρες θα αυξάνεται. Η ροή των μεταναστών δεν θα γίνει δυνατό να ανακοπεί ούτε ακόμα και με υψηλά εμπόδια, πολύ περισσότερο που οι αναπτυγμένες χώρες γερνούν με αρκετά ταχείς ρυθμούς. Και έχουν ανάγκη από εισροή νέας εργατικής δύναμης και φρέσκων μυαλών.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 30 χρόνων αυξήθηκε σημαντικά – από μερικές εκατοντάδες χιλιάδες στα 20 και πλέον εκατομμύρια – ο μουσουλμανικός πληθυσμός της Ευρώπης. Μήπως αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να ενσωματωθούν, να απομονωθούν ή να προσπαθήσουν να εξισλαμίσουν τη Δύση, διερωτάται στις σελίδες της εφημερίδας The Washington Times ο Τόνι Μπλάνκλι, συγγραφέας του βιβλίου «Η τελευταία ευκαιρία της Δύσης: θα νικήσουμε άραγε στη μάχη των πολιτισμών;» Και καταλήγει στο θλιβερό συμπέρασμα: πολλοί μουσουλμάνοι θεωρούν ότι η απόρριψη της ενσωμάτωσης αποτελεί θρησκευτικό καθήκον τους.
Παρόμοια εικόνα παρατηρείται και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πολύ περισσότερο που εκεί η μουσουλμανική κοινότητα αυξάνεται με ακόμα ποιο γρήγορους ρυθμούς. Μήπως αυτό σημαίνει ότι το πολιτικό Ισλάμ θα γίνει το επικρατέστερο κρατικό μοντέλο στο μέλλον; Υπάρχουν πολλοί εμπειρογνώμονες που αμφιβάλλουν για αυτό, όπως και για την επικαιρότητα του προβλήματος του υπερπληθυσμού.
Αυτοί οι επιστήμονες υπενθυμίζουν ότι για πρώτη φορά η φράση «ο πληθυσμός μας είναι τόσο μεγάλος που η Γη μόλις μετά βίας είναι σε θέση να μας αντέξει», προφέρθηκε από το συγγραφέα και θεολόγο των αρχών της χριστιανικής εποχής Τερτυλλιανό στα τέλη του 2ου μ.Χ. αιώνα. Στην εποχή του, ο παγκόσμιος πληθυσμός έφθανε σχεδόν τα 200 εκατομμύρια. Οι αισιόδοξοι πιστεύουν ότι ο υπερπληθυσμός δεν είναι απόλυτη έννοια. Θα πρέπει να είναι ανάλογη και να συγκρίνεται με τον όγκο των υφιστάμενων πόρων και το φυσικό χώρο. Η αύξηση της παραγωγής ειδών διατροφής, π.χ., είναι μεγαλύτερη από την αύξηση του πληθυσμού. Και υπάρχει η άποψη ότι είναι δυνατή η εξασφάλιση της διατροφής πληθυσμού, οκταπλάσιου ή δεκαπλάσιου του πληθυσμού των ημερών μας. Και για την κατασκευή κτιρίων ο άνθρωπος χρησιμοποιεί λιγότερο από το 1% της επιφάνειας της Γης.
Αν οι υπολογισμοί των αισιόδοξων είναι ορθοί, τουλάχιστον το αφρικανικό ζήτημα μπορεί να επιλυθεί. Αν γίνει δυνατή η αύξηση του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων της Αφρικής, αυτό έμμεσα θα επηρεάσει και τη δημογραφική κατάσταση. Όσο πλουσιότερα ζει ο άνθρωπος, τόσο ακριβότερα του κοστίζουν τα παιδιά και τόσο μικρότερος είναι ο αριθμός τους στην οικογένεια. Η δε ισοστάθμιση του βιοτικού επιπέδου στη Γη θα έχει ως συνέπεια τη μείωση των μεταναστευτικών ροών των προσφύγων και τη μείωση της δημογραφικής πίεσης, εφόσον σχετικά «καλά» θα είναι σχεδόν παντού και όχι μόνο «εκεί, όπου δεν είμαστε εμείς».